Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μεθέλκω
μέθεξις
μεθέπω
μεθημερινός
μεθημέριος
μεθημοσύνη
μεθήμων
μέθη
μεθήκω
μέθημαι
μεθίδρυσις
μεθιδρύω
μεθίημι
μεθίστημι
μεθοδεία
μεθοδεύω
μεθοδηγέω
μέθοδος
μεθομιλέω
μεθό
μεθόριος
View word page
μεθίδρυσις
μεθίδρυσις μεθίδρυσις, ιος, ἡ, migration, Strab. from μεθιδρύω
ShortDef
migration
Debugging
Headword:
μεθίδρυσις
Headword (normalized):
μεθίδρυσις
Headword (normalized/stripped):
μεθιδρυσις
IDX:
20491
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20512
Key:
meqi/drusis
Data
{'content': 'μεθίδρυσις\n μεθίδρυσις, ιος, ἡ,\n migration, Strab.\n from μεθιδρύω', 'key': 'meqi/drusis'}