Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μεδέων
μέδιμνος
μέδομαι
μέδω
μέζεα
μεθαιρέω
μεθάλλομαι
μεθαρμόζω
μεθεκτέος
μεθέλκω
μέθεξις
μεθέπω
μεθημερινός
μεθημέριος
μεθημοσύνη
μεθήμων
μέθη
μεθήκω
μέθημαι
μεθίδρυσις
μεθιδρύω
View word page
μέθεξις
μέθεξις μέθεξις, ιος, ἡ, μετέχω participation, Plat.
ShortDef
participation
Debugging
Headword:
μέθεξις
Headword (normalized):
μέθεξις
Headword (normalized/stripped):
μεθεξις
IDX:
20482
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20503
Key:
me/qecis
Data
{'content': 'μέθεξις\n μέθεξις, ιος, ἡ,\n μετέχω\n participation, Plat.', 'key': 'me/qecis'}