Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μεγάνωρ
Μέγαράδε
Μέγαρα
Μεγαρεύς
Μεγαρίζω
Μεγαρικός
Μεγαρόθεν
Μεγαροῖ
μέγαρόνδε
μέγαρον
μεγασθενής
μέγας
μεγαυχής
μέγεθος
μεγήρατος
μεγιστᾶνες
μεγιστόπολις
μεδέων
μέδιμνος
μέδομαι
μέδω
View word page
μεγασθενής
μεγασθενής μεγα-σθενής, ές = μεγαλοσθενής, Pind., Aesch.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μεγασθενής
Headword (normalized):
μεγασθενής
Headword (normalized/stripped):
μεγασθενης
IDX:
20465
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20486
Key:
megasqenh/s

Data

{'content': 'μεγασθενής\n μεγα-σθενής, ές\n = μεγαλοσθενής, Pind., Aesch.', 'key': 'megasqenh/s'}