Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀμφίρυτος
ἀμφισαλεύομαι
ἀμφίσβαινα
ἀμφισβητέω
ἀμφισβήτημα
ἀμφισβητήσιμος
ἀμφισβήτησις
ἀμφισβήτητος
ἀμφίς
ἀμφιστέλλομαι
ἀμφιστεφανόομαι
ἀμφίστημι
ἀμφίστομος
ἀμφιστρατάομαι
ἀμφιστρεφής
ἀμφιστρόγγυλος
ἀμφιτανύω
ἀμφιτειχής
ἀμφιτέμνω
ἀμφιτίθημι
ἀμφιτινάσσω
View word page
ἀμφιστεφανόομαι
ἀμφιστεφανόομαι Pass. to stand all round like a crown, Hhymn.

ShortDef

to stand all round like a crown

Debugging

Headword:
ἀμφιστεφανόομαι
Headword (normalized):
ἀμφιστεφανόομαι
Headword (normalized/stripped):
αμφιστεφανοομαι
IDX:
2047
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2047
Key:
a)mfistefano/omai

Data

{'content': 'ἀμφιστεφανόομαι\n Pass. to stand all round like a crown, Hhymn.', 'key': 'a)mfistefano/omai'}