Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μαχαιρίδιον
μαχαίριον
μαχαιρίς
μαχαιροποιεῖον
μαχαιροποιός
μαχαιροπώλης
μαχαιροπώλιον
μαχαιροφόρος
Μαχάων
μαχετέος
μαχήμων
μάχη
μαχητής
μαχητικός
μαχητός
μάχιμος
μαχιμώδης
μαχλάς
μάχλος
μαχλοσύνη
μάχομαι
View word page
μαχήμων
μαχήμων μᾰχήμων, ονος, warlike, Il., Anth.

ShortDef

warlike

Debugging

Headword:
μαχήμων
Headword (normalized):
μαχήμων
Headword (normalized/stripped):
μαχημων
IDX:
20375
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20396
Key:
maxh/mwn

Data

{'content': 'μαχήμων\n μᾰχήμων, ονος,\n warlike, Il., Anth.', 'key': 'maxh/mwn'}