Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Μαργίτης
μαργόομαι
μάργος
μαργοσύνη
μαργότης
Μαρέη
μάρη
Μαριανδυνός
Μαριλάδης
μαρίλη
μαριλοπότης
μαρμαίρω
μαρμάρεος
μαρμάρινος
μαρμαρογλυφία
μαρμαρόεις
μάρμαρος
μαρμαρυγή
μαρμαρωπός
μάρναμαι
μάρπτω
View word page
μαριλοπότης
μαριλοπότης μᾰρῑλο-πότης, ου, ὁ, !πο, Root of some tenses of πίνω coal-dust-gulper, of a blacksmith, Anth.

ShortDef

coal-dust-gulper

Debugging

Headword:
μαριλοπότης
Headword (normalized):
μαριλοπότης
Headword (normalized/stripped):
μαριλοποτης
IDX:
20296
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20317
Key:
marilopo/ths

Data

{'content': 'μαριλοπότης\n μᾰρῑλο-πότης, ου, ὁ,\n !πο, Root of some tenses of πίνω\n coal-dust-gulper, of a blacksmith, Anth.', 'key': 'marilopo/ths'}