Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μά
μᾶ
μάραγνα
μάραθον
Μαραθωνομάχης
Μαραθών
μαραίνω
μαράν
μαργαίνω
μαργαρίτης
μάργαρον
μαργάω
Μαργίτης
μαργόομαι
μάργος
μαργοσύνη
μαργότης
Μαρέη
μάρη
Μαριανδυνός
Μαριλάδης
View word page
μάργαρον
μάργαρον μάργᾰρον, ου, τό, = μαργαρίτης, Anacreont.

ShortDef

pearl

Debugging

Headword:
μάργαρον
Headword (normalized):
μάργαρον
Headword (normalized/stripped):
μαργαρον
IDX:
20284
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20305
Key:
ma/rgaron

Data

{'content': 'μάργαρον\n μάργᾰρον, ου, τό,\n = μαργαρίτης, Anacreont.', 'key': 'ma/rgaron'}