Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μάλη
μαλθακία
μαλθακίζομαι
μαλθάκινος
μαλθακιστέος
μαλθακός
μαλθακόφωνος
μάλθα
μαλθάσσω
μάλιον
Μαλίς
μαλίς
μάλιστα
μάλκη
μαλκίω
μᾶλλον
μαλλός
μαλός
Μαμμάκυθος
μαμμᾶν
μάμμη
View word page
Μαλίς
Μαλίς Μᾱλίς, ίδος, ἡ, Doric for Μηλίς, cf. Μηλιάδες.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
Μαλίς
Headword (normalized):
μαλίς
Headword (normalized/stripped):
μαλις
IDX:
20234
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20255
Key:
*mali/s1
Data
{'content': 'Μαλίς\n Μᾱλίς, ίδος, ἡ,\n Doric for Μηλίς, cf. Μηλιάδες.', 'key': '*mali/s1'}