Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μακάριος
μακαριότης
μακαρισμός
μακαριστός
μακαρίτης
μάκαρ
μακαρτός
μακεδνός
Μακεδονίζω
Μακεδονιστί
Μακεδών
μακέλη
μάκελλα
μάκελλον
Μακέτης
μακιστήρ
μακκοάω
μακραίων
μακράν
μακραύχην
μακρηγορέω
View word page
Μακεδών
Μακεδών Μᾰκεδών, όνος, ὁ, ἡ, a Macedonian, οἱ Μακεδόνες, the Macedonians, Hdt.:—adj. Μακεδόνιος, η, ον, and -ονικός, ή, όν, Hdt., etc.; ἡ Μακεδονία Macedon, Hdt.; so, ἡ Μακεδονὶς, γῆ Hdt.; γῆ Μακεδών Anth.

ShortDef

a Macedonian

Debugging

Headword:
Μακεδών
Headword (normalized):
μακεδών
Headword (normalized/stripped):
μακεδων
IDX:
20163
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20184
Key:
*makedw/n

Data

{'content': 'Μακεδών\n Μᾰκεδών, όνος, ὁ, ἡ,\n a Macedonian, οἱ Μακεδόνες, the Macedonians, Hdt.:—adj. Μακεδόνιος, η, ον, and -ονικός, ή, όν, Hdt., etc.; ἡ Μακεδονία Macedon, Hdt.; so, ἡ Μακεδονὶς, γῆ Hdt.; γῆ Μακεδών Anth.', 'key': '*makedw/n'}