Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
λυτήρ
λυτικός
λυτός
λύτρον
λυτρόω
λύτρωσις
λυτρωτέος
λυτρωτής
λυχνεών
λυχνίον
λυχνίσκος
λυχνίς
λυχνίτης
λυχνοκαΐα
λυχνοποιός
λυχνόπολις
λυχνοπώλης
λύχνος
λυχνοφόρος
λύω
λωβάομαι
View word page
λυχνίσκος
λυχνίσκος λυχνίσκος, ὁ, a kind of fish, Luc.
ShortDef
fish
Debugging
Headword:
λυχνίσκος
Headword (normalized):
λυχνίσκος
Headword (normalized/stripped):
λυχνισκος
IDX:
20052
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20072
Key:
luxni/skos
Data
{'content': 'λυχνίσκος\n λυχνίσκος, ὁ,\n a kind of fish, Luc.', 'key': 'luxni/skos'}