Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
λυσιτελής
λυσιτελούντως
λυσιφλεβής
λυσίφρων
λυσιῳδός
λυσσαίνω
λύσσα
λυσσάς
λυσσάω
λύσσημα
λυσσητήρ
λυσσητής
λυσσομανής
λυσσόω
λυσσώδης
λυτέος
λυτήριος
λυτήρ
λυτικός
λυτός
λύτρον
View word page
λυσσητήρ
λυσσητήρ one that is raging or raving mad, Il., Anth.
ShortDef
one that is raging
Debugging
Headword:
λυσσητήρ
Headword (normalized):
λυσσητήρ
Headword (normalized/stripped):
λυσσητηρ
IDX:
20035
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20055
Key:
lusshth/r
Data
{'content': 'λυσσητήρ\n one that is raging or raving mad, Il., Anth.', 'key': 'lusshth/r'}