Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

λουτροφόρος
λουτροχοέω
λουτροχόος
λουτρών
λούω
λοφάω
λοφεῖον
λοφηφόρος
λοφιά
λοφιήτης
λοφνίς
λοφόομαι
λοφοποιός
λόφος
λόφωσις
λοχαγέτας
λοχαγέω
λοχαγία
λοχαγός
λοχάζομαι
λοχαῖος
View word page
λοφνίς
λοφνίς λοφνίς, ίδος λέπω a torch of vine bark, Anth.

ShortDef

a torch of vine bark

Debugging

Headword:
λοφνίς
Headword (normalized):
λοφνίς
Headword (normalized/stripped):
λοφνις
IDX:
19901
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19921
Key:
lofni/s

Data

{'content': 'λοφνίς\n λοφνίς, ίδος\n λέπω\n a torch of vine bark, Anth.', 'key': 'lofni/s'}