Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

λογοποιία
λογοποιικός
λογοποιός
λόγος
λογχεύω
λόγχη
λογχήρης
λόγχιμος
λογχόομαι
λογχοποιός
λογχοφόρος
λογχωτός
λοιβεῖον
λοιβή
λοίγιος
λοιγός
λοιδορέω
λοιδόρημα
λοιδορησμός
λοιδορία
λοίδορος
View word page
λογχοφόρος
λογχοφόρος λογχο-φόρος, ον φέρω spear-bearing, Eur.: as Subst. a spear-man, pike-man, Ar., Xen., etc.

ShortDef

spear-bearing

Debugging

Headword:
λογχοφόρος
Headword (normalized):
λογχοφόρος
Headword (normalized/stripped):
λογχοφορος
IDX:
19857
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19877
Key:
logxofo/ros

Data

{'content': 'λογχοφόρος\n λογχο-φόρος, ον\n φέρω\n spear-bearing, Eur.: as Subst. a spear-man, pike-man, Ar., Xen., etc.', 'key': 'logxofo/ros'}