Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

λογομαχία
λογομάχος
λογοποιέω
λογοποιία
λογοποιικός
λογοποιός
λόγος
λογχεύω
λόγχη
λογχήρης
λόγχιμος
λογχόομαι
λογχοποιός
λογχοφόρος
λογχωτός
λοιβεῖον
λοιβή
λοίγιος
λοιγός
λοιδορέω
λοιδόρημα
View word page
λόγχιμος
λόγχιμος λόγχῐμος, ον λόγχη of a spear, κλόνοι λ. the clash of spears, Aesch.

ShortDef

of a spear

Debugging

Headword:
λόγχιμος
Headword (normalized):
λόγχιμος
Headword (normalized/stripped):
λογχιμος
IDX:
19854
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19874
Key:
lo/gximos

Data

{'content': 'λόγχιμος\n λόγχῐμος, ον\n λόγχη\n of a spear, κλόνοι λ. the clash of spears, Aesch.', 'key': 'lo/gximos'}