Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
λισσάς
λίσσομαι
λισσός
λιστός
λιστρεύω
λίστρον
λιταίνω
λιτανεύω
λιτανός
λιταργίζω
λίταργος
λιτή
λιτόβιος
λίτομαι
λιτός
λιτός
λιτότης
λιτραῖος
λίτρα
λίτρον
Λιτυέρσης
View word page
λίταργος
λίταργος λίτ-αργος (ῐ), ον λι- running quick.
ShortDef
running quick
Debugging
Headword:
λίταργος
Headword (normalized):
λίταργος
Headword (normalized/stripped):
λιταργος
IDX:
19800
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19820
Key:
li/targos
Data
{'content': 'λίταργος\n λίτ-αργος (ῐ), ον\n λι-\n running quick.', 'key': 'li/targos'}