Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

λιπαρόθρονος
λιπαροκρήδεμνος
λιπαροπλόκαμος
λιπαρός
λιπαρόχροος
λιπαρόχρως
λιπαυγής
λιπάω
λιπερνής
λιπερνήτης
λιπόγαμος
λιπόγυιος
λιπομαρτύριον
λιπομήτωρ
λιπόναυς
λιποναύτης
λιπόνεως
λιπόπατρις
λιποπάτωρ
λιπόπνοος
λιποσαρκής
View word page
λιπόγαμος
λιπόγαμος λῐπό-γᾰμος, ον having abandoned her marriage ties, of Helen, Eur.

ShortDef

having abandoned her marriage ties

Debugging

Headword:
λιπόγαμος
Headword (normalized):
λιπόγαμος
Headword (normalized/stripped):
λιπογαμος
IDX:
19767
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19787
Key:
lipo/gamos

Data

{'content': 'λιπόγαμος\n λῐπό-γᾰμος, ον\n having abandoned her marriage ties, of Helen, Eur.', 'key': 'lipo/gamos'}