Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
λινουργός
λινοφθόρος
λιπαίνω
λιπανδρέω
λίπα
λιπαράμπυξ
Λιπάρα
λιπαρέω
λιπαρής
λιπαρητέος
λιπαρία
λιπαρόζωνος
λιπαρόθρονος
λιπαροκρήδεμνος
λιπαροπλόκαμος
λιπαρός
λιπαρόχροος
λιπαρόχρως
λιπαυγής
λιπάω
λιπερνής
View word page
λιπαρία
λιπαρία λῑπᾰρία, ἡ, importunity, persistence, Hdt.
ShortDef
importunity, persistence
fatness
Debugging
Headword:
λιπαρία
Headword (normalized):
λιπαρία
Headword (normalized/stripped):
λιπαρια
IDX:
19755
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19775
Key:
lipari/a1
Data
{'content': 'λιπαρία\n λῑπᾰρία, ἡ,\n importunity, persistence, Hdt.', 'key': 'lipari/a1'}