Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
λικριφίς
λιλαίομαι
λιμαίνω
λιμενίτης
λιμενορμίτης
λιμενοσκόπος
λιμήν
λιμηρός
λιμηρός2
λιμναῖος
λιμνάς
λίμνη
Λιμνήσιος
λιμνήτης
λιμνουργός
λιμνοφυής
λιμνόχαρις
λιμνώδης
λιμοθνής
λιμοκτονέω
λιμοκτονία
View word page
λιμνάς
λιμνάς λιμνάς, άδος, poet. fem. of λιμναῖος, Theocr., Babr.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
λιμνάς
Headword (normalized):
λιμνάς
Headword (normalized/stripped):
λιμνας
IDX:
19715
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19735
Key:
limna/s
Data
{'content': 'λιμνάς\n λιμνάς, άδος,\n poet. fem. of λιμναῖος, Theocr., Babr.', 'key': 'limna/s'}