Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

λιθοφορέω
λιθοφόρος
λιθώδης
λικμαῖος
λικμάω
λικμητήρ
λικμητός
λικμός
λίκνον
λικνοφόρος
λικριφίς
λιλαίομαι
λιμαίνω
λιμενίτης
λιμενορμίτης
λιμενοσκόπος
λιμήν
λιμηρός
λιμηρός2
λιμναῖος
λιμνάς
View word page
λικριφίς
λικριφίς crosswise, sideways, Hom.; cf. λέχριος

ShortDef

crosswise, sideways

Debugging

Headword:
λικριφίς
Headword (normalized):
λικριφίς
Headword (normalized/stripped):
λικριφις
IDX:
19705
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19725
Key:
likrifi/s

Data

{'content': 'λικριφίς\n crosswise, sideways, Hom.; cf. λέχριος', 'key': 'likrifi/s'}