Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
λιθάζω
λίθαξ
λιθάς
λιθάω
λιθεία
λίθεος
λιθηλογής
λιθιάω
λιθίδιον
λίθινος
λιθόβλητος
λιθοβολέω
λιθόβολος
λιθοβόλος
λιθογλύφος
λιθοδερκής
λιθόδμητος
λιθοδόμος
λιθοεργός
λιθοκόλλητος
λιθοκόπος
View word page
λιθόβλητος
λιθόβλητος λῐθό-βλητος, ον stone-throwing, pelting, Anth. set with stones, Anth.
ShortDef
stone-throwing, pelting
Debugging
Headword:
λιθόβλητος
Headword (normalized):
λιθόβλητος
Headword (normalized/stripped):
λιθοβλητος
IDX:
19670
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19690
Key:
liqo/blhtos
Data
{'content': 'λιθόβλητος\n λῐθό-βλητος, ον\n stone-throwing, pelting, Anth.\n set with stones, Anth.', 'key': 'liqo/blhtos'}