Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
λιγύς
Λίγυς
λιγύφθογγος
λιγύφωνος
λιθάζω
λίθαξ
λιθάς
λιθάω
λιθεία
λίθεος
λιθηλογής
λιθιάω
λιθίδιον
λίθινος
λιθόβλητος
λιθοβολέω
λιθόβολος
λιθοβόλος
λιθογλύφος
λιθοδερκής
λιθόδμητος
View word page
λιθηλογής
λιθηλογής λῐθη-λογής, ές λέγω built of stones, Anth.
ShortDef
built of stones
Debugging
Headword:
λιθηλογής
Headword (normalized):
λιθηλογής
Headword (normalized/stripped):
λιθηλογης
IDX:
19666
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19686
Key:
liqhlogh/s
Data
{'content': 'λιθηλογής\n λῐθη-λογής, ές\n λέγω\n built of stones, Anth.', 'key': 'liqhlogh/s'}