Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

λιβανόχροος
λιβανωτίζω
λιβανωτός
λιβανωτοφόρος
λιβάς
λιβερτῖνος
λίβος
λιβρός
Λιβύηθε
Λιβύη
Λιβυκός
Λιβυρνικός
Λιβυρνοί
Λίβυς
Λιβυφοῖνιξ
λιγαίνω
λίγα
λίγγω
λίγδην
λιγέως
λιγνύς
View word page
Λιβυκός
Λιβυκός Λιβυκός, ή, όν Libyan, Hdt., etc.

ShortDef

Libyan

Debugging

Headword:
Λιβυκός
Headword (normalized):
λιβυκός
Headword (normalized/stripped):
λιβυκος
IDX:
19637
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19657
Key:
*libuko/s

Data

{'content': 'Λιβυκός\n Λιβυκός, ή, όν\n Libyan, Hdt., etc.', 'key': '*libuko/s'}