Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
λευκότριχος
λευκότροφος
λευκοφαής
λευκοφόρος
λεύκοφρυς
λευκοχίτων
λευκόχροος
λευκόχρως
λευκόω
λευκώλενος
λεύκωμα
λευρός
λεύσιμος
λευσμός
λεύσσω
λευστήρ
λεύω
λεχαῖος
λεχεποίη
λεχεποίης
λεχήρης
View word page
λεύκωμα
λεύκωμα λεύκωμα, ατος, τό, λευκόω a tablet covered with gypsum to write on, a notice-board, register, Lat. album, Oratt.
ShortDef
a tablet covered with gypsum
Debugging
Headword:
λεύκωμα
Headword (normalized):
λεύκωμα
Headword (normalized/stripped):
λευκωμα
IDX:
19523
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19543
Key:
leu/kwma
Data
{'content': 'λεύκωμα\n λεύκωμα, ατος, τό,\n λευκόω\n a tablet covered with gypsum to write on, a notice-board, register, Lat. album, Oratt.', 'key': 'leu/kwma'}