Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
λεπτεπίλεπτος
λεπτόγειος
λεπτόγραμμος
λεπτόγραφος
λεπτόδομος
λεπτολογέω
λεπτολόγος
λεπτόμιτος
λεπτόν
λεπτός
λεπτοσύνη
λεπτότης
λεπτοτομέω
λεπτουργέω
λεπτουργής
λεπτύνω
λεπύριον
λεπυριώδης
λέπυρον
λέπω
Λέρνα
View word page
λεπτοσύνη
λεπτοσύνη λεπτοσύνη, ἡ, = λεπτότης, Anth.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
λεπτοσύνη
Headword (normalized):
λεπτοσύνη
Headword (normalized/stripped):
λεπτοσυνη
IDX:
19458
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19478
Key:
leptosu/nh
Data
{'content': 'λεπτοσύνη\n λεπτοσύνη, ἡ,\n = λεπτότης, Anth.', 'key': 'leptosu/nh'}