Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
λέξις
λεοντέη
λεόντεος
λεοντόβοτος
λεοντόδιφρος
λεοντοκέφαλος
λεοντοφόνος
λεοντοφόρος
λεοντοφυής
λεοντόχλαινος
λεοντώδης
λέπαδνον
λεπαῖος
λέπαργος
λεπάς
λέπας
λεπαστή
λεπιδόομαι
λεπιδωτός
λεπίς
λέπρα
View word page
λεοντώδης
λεοντώδης λεοντ-ώδης, ες εἶδος lion-like, Plat., etc.
ShortDef
lion-like
Debugging
Headword:
λεοντώδης
Headword (normalized):
λεοντώδης
Headword (normalized/stripped):
λεοντωδης
IDX:
19433
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19453
Key:
leontw/dhs
Data
{'content': 'λεοντώδης\n λεοντ-ώδης, ες\n εἶδος\n lion-like, Plat., etc.', 'key': 'leontw/dhs'}