Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
λέκος
λεκτέος
λεκτικός
λεκτός
λέκτρον
λεληθότως
λελίημαι
λελογισμένως
λέμβος
λέμμα
λέντιον
λέξις
λεοντέη
λεόντεος
λεοντόβοτος
λεοντόδιφρος
λεοντοκέφαλος
λεοντοφόνος
λεοντοφόρος
λεοντοφυής
λεοντόχλαινος
View word page
λέντιον
λέντιον λέντιον, ου, τό, Lat. linteum, a cloth, napkin, NTest.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
λέντιον
Headword (normalized):
λέντιον
Headword (normalized/stripped):
λεντιον
IDX:
19422
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19442
Key:
le/ntion
Data
{'content': 'λέντιον\n λέντιον, ου, τό,\n Lat. linteum, a cloth, napkin, NTest.', 'key': 'le/ntion'}