Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

λεκάνιον
λεκιθοπώλης
λέκιθος
λέκος
λεκτέος
λεκτικός
λεκτός
λέκτρον
λεληθότως
λελίημαι
λελογισμένως
λέμβος
λέμμα
λέντιον
λέξις
λεοντέη
λεόντεος
λεοντόβοτος
λεοντόδιφρος
λεοντοκέφαλος
λεοντοφόνος
View word page
λελογισμένως
λελογισμένως according to calculation, Hdt., Eur.

ShortDef

according to calculation

Debugging

Headword:
λελογισμένως
Headword (normalized):
λελογισμένως
Headword (normalized/stripped):
λελογισμενως
IDX:
19419
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19439
Key:
lelogisme/nws

Data

{'content': 'λελογισμένως\n according to calculation, Hdt., Eur.', 'key': 'lelogisme/nws'}