Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
λειτουργός
λειχήν
Λειχήνωρ
Λειχοπίναξ
λείχω
λειψανηλόγος
λείψανον
Λειψύδριον
λειώδης
λείων
λεκάνη
λεκάνιον
λεκιθοπώλης
λέκιθος
λέκος
λεκτέος
λεκτικός
λεκτός
λέκτρον
λεληθότως
λελίημαι
View word page
λεκάνη
λεκάνη λεκάνη (ᾰ), ἡ, = λέκος, Ar. a hod, Ar.
ShortDef
a hod
Debugging
Headword:
λεκάνη
Headword (normalized):
λεκάνη
Headword (normalized/stripped):
λεκανη
IDX:
19408
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19428
Key:
leka/nh
Data
{'content': 'λεκάνη\n λεκάνη (ᾰ), ἡ,\n = λέκος, Ar.\n a hod, Ar.', 'key': 'leka/nh'}