Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
λεάντειρα
λέβης
λεγεών
λέγω
λέχομαι
λεηλασία
λεηλατέω
λειαίνω
λεία
λείβω
λεΐζομαι
λεῖμαξ
λεῖμμα
λειμωνιάς
λειμώνιος
λειμωνόθεν
λειμών
λειογένειος
λειοκύμων
λειόμιτος
λειοντῆ
View word page
λεΐζομαι
λεΐζομαι λεΐζομαι, Ionic and poet. for ληΐζομαι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
λεΐζομαι
Headword (normalized):
λεΐζομαι
Headword (normalized/stripped):
λειζομαι
IDX:
19372
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19392
Key:
lei/zomai
Data
{'content': 'λεΐζομαι\n λεΐζομαι,\n Ionic and poet. for ληΐζομαι.', 'key': 'lei/zomai'}