Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

λαρινός
Λαρισαῖος
Λάρισα
λαρίς
λαρκίδιον
λάρκος
λάρναξ
λαρός
λάρος
Λάρτιος
λαρυγγιάω
λαρυγγίζω
λάρυγξ
λάσανα
λάσθη
λασιαύχην
λάσιος
λασιόστερνος
λάσκω
Λατογενής
λατομία
View word page
λαρυγγιάω
λαρυγγιάω λᾰρυγγιάω, = λαρυγγίζω I, Anth.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λαρυγγιάω
Headword (normalized):
λαρυγγιάω
Headword (normalized/stripped):
λαρυγγιαω
IDX:
19312
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19331
Key:
laruggia/w

Data

{'content': 'λαρυγγιάω\n λᾰρυγγιάω,\n = λαρυγγίζω I, Anth.', 'key': 'laruggia/w'}