Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

λαμπάδιον
λαμπαδοῦχος
λαμπάς
λαμπάς2
λαμπετάω
λαμπηδών
λάμπη
Λάμπος
λάμπουρος
λαμπρός
λαμπρότης
λαμπροφωνία
λαμπρόφωνος
λαμπρύνω
λαμπτηρουχία
λαμπτήρ
λάμπω
λαμυρία
λαμυρός
λανθάνω
λαξευτός
View word page
λαμπρότης
λαμπρότης from λαμπρός λαμπρότης, ητος, brilliancy, splendour, Hdt., Attic: —in pl. distinctions, Thuc. splendid conduct, munificence, Dem.

ShortDef

brilliancy, splendour

Debugging

Headword:
λαμπρότης
Headword (normalized):
λαμπρότης
Headword (normalized/stripped):
λαμπροτης
IDX:
19266
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19285
Key:
lampro/ths

Data

{'content': 'λαμπρότης\n from λαμπρός\n λαμπρότης, ητος,\n brilliancy, splendour, Hdt., Attic: —in pl. distinctions, Thuc.\n splendid conduct, munificence, Dem.', 'key': 'lampro/ths'}