Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

λάληθρος
λάλημα
λαλητέος
λαλητικός
λαλητρίς
λαλιά
λαλιός
λάλλαι
λαλόεις
λάλος
λαμά
Λαμαχίππιον
Λάμαχος
λαμβάνω
λάμβδα
Λάμια
λαμπαδαρχία
λαμπαδηδρομία
λαμπαδηφορία
λαμπαδηφόρος
λαμπάδιον
View word page
λαμά
λαμά Hebr. words, what? why? NTest.

ShortDef

what? why?

Debugging

Headword:
λαμά
Headword (normalized):
λαμά
Headword (normalized/stripped):
λαμα
IDX:
19246
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19265
Key:
lama/

Data

{'content': 'λαμά\n Hebr. words, what? why? NTest.', 'key': 'lama/'}