Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

λαγῷος
λαγωός
λαγώς
λαγωσφαγία
λάδανον
λαέρτης
λάζομαι
λαθητικός
λαθικηδής
λαθίπονος
λαθίφθογγος
λαθραῖος
λαθρηδόν
λάθρῃ
λαθρίδιος
λάθριος
λαθροβόλος
λαθροδάκνης
λαθροπόδης
λάθυρος
λᾶιγξ
View word page
λαθίφθογγος
λαθίφθογγος λᾰθί-φθογγος, ον robbing of voice, Hes.

ShortDef

robbing of voice

Debugging

Headword:
λαθίφθογγος
Headword (normalized):
λαθίφθογγος
Headword (normalized/stripped):
λαθιφθογγος
IDX:
19177
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19196
Key:
laqi/fqoggos

Data

{'content': 'λαθίφθογγος\n λᾰθί-φθογγος, ον\n robbing of voice, Hes.', 'key': 'laqi/fqoggos'}