Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
κυνικός
κυνίσκη
κυνίσκος
κυνισμός
κυνόδους
κυνοδρομέω
κυνοθαρσής
κυνοκέφαλος
κυνοκλόπος
κυνοκοπέω
κυνόμυια
κυνοπρόσωπος
Κυνόσαργες
κυνόσβατος
κυνόσουρα
κυνοσπάρακτος
κυνοῦχος
κυνόφρων
κύντερος
κυνώ
κυνώπης
View word page
κυνόμυια
κυνόμυια κῠνό-μυια, ἡ, = κυνάμυια, Anth., Luc.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
κυνόμυια
Headword (normalized):
κυνόμυια
Headword (normalized/stripped):
κυνομυια
IDX:
18992
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n19011
Key:
kuno/muia
Data
{'content': 'κυνόμυια\n κῠνό-μυια, ἡ,\n = κυνάμυια, Anth., Luc.', 'key': 'kuno/muia'}