Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κυκνόπτερος
κύκνος
κύκνοψις
κυλινδέω
κυλινδήθρα
κυλίνδησις
κύλινδρος
κυλίνδω
κύλιξ
κύλισμα
κυλίστρα
κυλίω
κυλλᾶστις
Κυλλήνη
Κυλλοποδίων
κυλλός
κυλοιδιάω
κυμαίνω
κῦμα
κυματίας
κυματοαγής
View word page
κυλίστρα
κυλίστρα κῠλίστρα, ἡ, a place for horses to roll in, Xen.

ShortDef

a place for horses to roll in

Debugging

Headword:
κυλίστρα
Headword (normalized):
κυλίστρα
Headword (normalized/stripped):
κυλιστρα
IDX:
18928
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18947
Key:
kuli/stra

Data

{'content': 'κυλίστρα\n κῠλίστρα, ἡ,\n a place for horses to roll in, Xen.', 'key': 'kuli/stra'}