Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κυκλόω
Κυκλώπειος
Κυκλωπικῶς
Κυκλώπιον
Κυκλώπιος
κύκλωσις
κυκλωτός
Κύκλωψ
κύκνειος
κυκνόμορφος
κυκνόπτερος
κύκνος
κύκνοψις
κυλινδέω
κυλινδήθρα
κυλίνδησις
κύλινδρος
κυλίνδω
κύλιξ
κύλισμα
κυλίστρα
View word page
κυκνόπτερος
κυκνόπτερος κυκνό-πτερος, ον πτερόν swan-plumed, Eur.

ShortDef

swan-plumed

Debugging

Headword:
κυκνόπτερος
Headword (normalized):
κυκνόπτερος
Headword (normalized/stripped):
κυκνοπτερος
IDX:
18918
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18937
Key:
kukno/pteros

Data

{'content': 'κυκνόπτερος\n κυκνό-πτερος, ον\n πτερόν\n swan-plumed, Eur.', 'key': 'kukno/pteros'}