Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
κυκλιάς
κυκλικός
κυκλιοδιδάσκαλος
κύκλιος
Κυκλοβορέω
Κυκλοβόρος
κυκλοδίωκτος
κυκλόεις
κυκλόθεν
κυκλομόλιβδος
κυκλόσε
κυκλοσοβέω
κύκλος
κυκλοτερής
κυκλόω
Κυκλώπειος
Κυκλωπικῶς
Κυκλώπιον
Κυκλώπιος
κύκλωσις
κυκλωτός
View word page
κυκλόσε
κυκλόσε κύκλος in or into a circle or round, Il.
ShortDef
in or into a circle
Debugging
Headword:
κυκλόσε
Headword (normalized):
κυκλόσε
Headword (normalized/stripped):
κυκλοσε
IDX:
18904
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18923
Key:
kuklo/se
Data
{'content': 'κυκλόσε\n κύκλος\n in or into a circle or round, Il.', 'key': 'kuklo/se'}