Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
κυκεών
κύκηθρον
κύκησις
κυκησίτεφρος
κυκλάς
κυκλέω
κυκλιάς
κυκλικός
κυκλιοδιδάσκαλος
κύκλιος
Κυκλοβορέω
Κυκλοβόρος
κυκλοδίωκτος
κυκλόεις
κυκλόθεν
κυκλομόλιβδος
κυκλόσε
κυκλοσοβέω
κύκλος
κυκλοτερής
κυκλόω
View word page
Κυκλοβορέω
Κυκλοβορέω Κυκλοβορέω, fut. -ήσω to brawl like the torrent Cycloborus, Ar. from Κυκλοβόρος
ShortDef
to brawl like the torrent Cycloborus
Debugging
Headword:
Κυκλοβορέω
Headword (normalized):
κυκλοβορέω
Headword (normalized/stripped):
κυκλοβορεω
IDX:
18898
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18917
Key:
*kuklobore/w
Data
{'content': 'Κυκλοβορέω\n Κυκλοβορέω,\n fut. -ήσω\n to brawl like the torrent Cycloborus, Ar.\n from Κυκλοβόρος', 'key': '*kuklobore/w'}