Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κυανωπός
κυβεία
κυβεῖον
Κυβέλη
κυβερνάω
κυβερνήσια
κυβέρνησις
κυβερνήτειρα
κυβερνητήριος
κυβερνητήρ
κυβερνήτης
κυβερνητικός
κυβευτής
κυβευτικός
κυβεύω
Κυβήβη
κυβιστάω
κυβίστημα
κυβίστησις
κυβιστητήρ
κύβος
View word page
κυβερνήτης
κυβερνήτης κῠβερνήτης, ου, κυβερνάω a steersman, helmsman, pilot, Lat. gubernator, Hom., etc.: Ionic acc. κυβερνήτεα Hdt. metaph. a guide, governor, Eur., Plat.

ShortDef

a steersman, helmsman, pilot

Debugging

Headword:
κυβερνήτης
Headword (normalized):
κυβερνήτης
Headword (normalized/stripped):
κυβερνητης
IDX:
18849
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18867
Key:
kubernh/ths

Data

{'content': 'κυβερνήτης\n κῠβερνήτης, ου,\n κυβερνάω\n a steersman, helmsman, pilot, Lat. gubernator, Hom., etc.: Ionic acc. κυβερνήτεα Hdt.\n metaph. a guide, governor, Eur., Plat.', 'key': 'kubernh/ths'}