Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κτενίον
κτενισμός
κτέομαι
κτέρας
κτέρεα
κτερεΐζω
κτερίζω
κτερίσματα
κτῆμα
κτηνηδόν
κτῆνος
κτηνοτροφία
κτηνοτρόφος
κτήσιος
κτῆσις
κτητέος
κτητικός
κτητός
κτήτωρ
κτίδεος
κτίζω
View word page
κτῆνος
κτῆνος κτῆνος, εος, κτάομαι flocks and herds, which in ancient times constituted wealth, Hhymn., Hdt. in sg. a single beast, as an ox or sheep, Hdt., Xen.: a beast for riding, Lat. jumentum, NTest.

ShortDef

flocks and herds

Debugging

Headword:
κτῆνος
Headword (normalized):
κτῆνος
Headword (normalized/stripped):
κτηνος
IDX:
18789
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18807
Key:
kth=nos

Data

{'content': 'κτῆνος\n κτῆνος, εος,\n κτάομαι\n flocks and herds, which in ancient times constituted wealth, Hhymn., Hdt.\n in sg. a single beast, as an ox or sheep, Hdt., Xen.: a beast for riding, Lat. jumentum, NTest.', 'key': 'kth=nos'}