Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κτεάτειρα
κτεατίζω
κτεατιστός
κτείνω
κτείς
κτενίζω
κτενίον
κτενισμός
κτέομαι
κτέρας
κτέρεα
κτερεΐζω
κτερίζω
κτερίσματα
κτῆμα
κτηνηδόν
κτῆνος
κτηνοτροφία
κτηνοτρόφος
κτήσιος
κτῆσις
View word page
κτέρεα
κτέρεα κτέρεα, τά, no sg. κτέρας in use funeral gifts, burnt with the dead, funeral honours, Hom.

ShortDef

funeral gifts

Debugging

Headword:
κτέρεα
Headword (normalized):
κτέρεα
Headword (normalized/stripped):
κτερεα
IDX:
18783
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18801
Key:
kte/rea

Data

{'content': 'κτέρεα\n κτέρεα, τά,\n no sg. κτέρας in use\n funeral gifts, burnt with the dead, funeral honours, Hom.', 'key': 'kte/rea'}