Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κρύφιος
κρυφός
κρύφω
κρυψίνοος
κρύψις
κρωβύλος
κρωγμός
κρώζω
κρωσσίον
κρωσσός
κτάντης
κτάομαι
κτέανον
κτέαρ
κτεάτειρα
κτεατίζω
κτεατιστός
κτείνω
κτείς
κτενίζω
κτενίον
View word page
κτάντης
κτάντης κτάντης, ου, κτείνω a murderer, Anth.

ShortDef

a murderer

Debugging

Headword:
κτάντης
Headword (normalized):
κτάντης
Headword (normalized/stripped):
κταντης
IDX:
18769
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18787
Key:
kta/nths

Data

{'content': 'κτάντης\n κτάντης, ου,\n κτείνω\n a murderer, Anth.', 'key': 'kta/nths'}