Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
κρυσταλλίζω
κρυστάλλινος
κρυσταλλόπηκτος
κρυσταλλοπήξ
κρύσταλλος
κρυφαῖος
κρύφα
κρυφᾷ
κρυφηδόν
κρυφῇ
κρύφιος
κρυφός
κρύφω
κρυψίνοος
κρύψις
κρωβύλος
κρωγμός
κρώζω
κρωσσίον
κρωσσός
κτάντης
View word page
κρύφιος
κρύφιος κρύφιος (ῠ), η, ον κρύπτω hidden, concealed, Soph., etc. secret, clandestine, Hes., Soph., etc.
ShortDef
hidden, concealed
Debugging
Headword:
κρύφιος
Headword (normalized):
κρύφιος
Headword (normalized/stripped):
κρυφιος
IDX:
18759
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18777
Key:
kru/fios
Data
{'content': 'κρύφιος\n κρύφιος (ῠ), η, ον\n κρύπτω\n hidden, concealed, Soph., etc.\n secret, clandestine, Hes., Soph., etc.', 'key': 'kru/fios'}