Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
κρύος
κρυπτάδιος
κρυπτεία
κρυπτέος
κρυπτεύω
κρυπτός
κρύπτω
κρυσταλλίζω
κρυστάλλινος
κρυσταλλόπηκτος
κρυσταλλοπήξ
κρύσταλλος
κρυφαῖος
κρύφα
κρυφᾷ
κρυφηδόν
κρυφῇ
κρύφιος
κρυφός
κρύφω
κρυψίνοος
View word page
κρυσταλλοπήξ
κρυσταλλοπήξ κρυσταλλοπήξ, ῆγος, ὁ, ἡ, = κρυσταλλόπηκτος, Aesch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
κρυσταλλοπήξ
Headword (normalized):
κρυσταλλοπήξ
Headword (normalized/stripped):
κρυσταλλοπηξ
IDX:
18752
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18770
Key:
krustalloph/c
Data
{'content': 'κρυσταλλοπήξ\n κρυσταλλοπήξ, ῆγος, ὁ, ἡ,\n = κρυσταλλόπηκτος, Aesch.', 'key': 'krustalloph/c'}