Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κρυμώδης
κρυόεις
κρύος
κρυπτάδιος
κρυπτεία
κρυπτέος
κρυπτεύω
κρυπτός
κρύπτω
κρυσταλλίζω
κρυστάλλινος
κρυσταλλόπηκτος
κρυσταλλοπήξ
κρύσταλλος
κρυφαῖος
κρύφα
κρυφᾷ
κρυφηδόν
κρυφῇ
κρύφιος
κρυφός
View word page
κρυστάλλινος
κρυστάλλινος κρυστάλλῐνος, η, ον of crystal, crystalline, Anth.

ShortDef

of crystal, crystalline

Debugging

Headword:
κρυστάλλινος
Headword (normalized):
κρυστάλλινος
Headword (normalized/stripped):
κρυσταλλινος
IDX:
18750
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18768
Key:
krusta/llinos

Data

{'content': 'κρυστάλλινος\n κρυστάλλῐνος, η, ον\n of crystal, crystalline, Anth.', 'key': 'krusta/llinos'}