Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κρήμνημι
κρημνοβάτης
κρημνοποιός
κρημνός
κρημνώδης
κρηναῖος
κρήνηθεν
κρήνηνδε
κρήνη
κρηνιάς
κρηνίς
κρηπίς
Κρής
κρησφύγετον
Κρήτηθεν
Κρήτηνδε
Κρήτη
Κρητίζω
Κρητικός
Κρητισμός
κριβανίτης
View word page
κρηνίς
κρηνίς κρηνίς, ῖδος, ἡ, Dim. of κρήνη, Eur.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κρηνίς
Headword (normalized):
κρηνίς
Headword (normalized/stripped):
κρηνις
IDX:
18653
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18671
Key:
krhni/s

Data

{'content': 'κρηνίς\n κρηνίς, ῖδος, ἡ,\n Dim. of κρήνη, Eur.', 'key': 'krhni/s'}