Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀγκίστριον
ἀγκιστρόδετος
ἄγκιστρον
ἀγκιστρόομαι
ἀγκοίνη
ἄγκος
ἀγκύλη
ἀγκύλιον
ἀγκυλογλώχιν
ἀγκυλόδους
ἀγκυλομήτης
ἀγκυλόπους
ἀγκύλος
ἀγκυλότοξος
ἀγκυλοχείλης
ἀγκυλοχήλης
ἀγκυλόω
ἀγκυλωτός
ἄγκυρα
ἀγκυρίζω
ἀγκύριον
View word page
ἀγκυλομήτης
ἀγκυλομήτης μῆτις crooked of counsel, wily, epith. of Κρόνος, Hom.; of Prometheus, Hes.
ShortDef
crooked of counsel, wily
Debugging
Headword:
ἀγκυλομήτης
Headword (normalized):
ἀγκυλομήτης
Headword (normalized/stripped):
αγκυλομητης
IDX:
185
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n185
Key:
a)gkulomh/ths
Data
{'content': 'ἀγκυλομήτης\n μῆτις\n crooked of counsel, wily, epith. of Κρόνος, Hom.; of Prometheus, Hes.', 'key': 'a)gkulomh/ths'}