Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀμορφία
ἄμορφος
ἁμός
ἁμός2
ἄμοτος
ἁμοῦ
ἀμουσία
ἄμουσος
ἀμοχθεί
ἁμόχθησα
ἄμοχθος
ἄμπαλος
ἄμ
ἀμπελάνθη
ἀμπελεών
ἀμπέλινος
ἀμπελίς
ἀμπελόεις
ἄμπελος
ἀμπελουργέω
ἀμπελουργός
View word page
ἄμοχθος
ἄμοχθος free from toil and trouble, Soph.:— shrinking from toil, Pind. not tired, Xen.
ShortDef
free from toil and trouble
Debugging
Headword:
ἄμοχθος
Headword (normalized):
ἄμοχθος
Headword (normalized/stripped):
αμοχθος
IDX:
1836
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1836
Key:
a)/moxqos
Data
{'content': 'ἄμοχθος\n free from toil and trouble, Soph.:— shrinking from toil, Pind.\n not tired, Xen.', 'key': 'a)/moxqos'}