Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κλητεύω
κλητήρ
κλητός
κλήτωρ
κλιμάκιον
κλιμακτήρ
κλῖμαξ
κλίμα
κλίνειος
κλίνη
κλινήρης
κλινίδιον
κλινικός
κλινοπετής
κλινοποιός
κλινουργός
κλιντήρ
κλίνω
κλισιάδες
κλισία
κλισίηθεν
View word page
κλινήρης
κλινήρης κλῑν-ήρης, ες *ἄρω bed-ridden, Lat. lecto affixus, Plut.

ShortDef

bed-ridden

Debugging

Headword:
κλινήρης
Headword (normalized):
κλινήρης
Headword (normalized/stripped):
κλινηρης
IDX:
18096
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18114
Key:
klinh/rhs

Data

{'content': 'κλινήρης\n κλῑν-ήρης, ες\n *ἄρω\n bed-ridden, Lat. lecto affixus, Plut.', 'key': 'klinh/rhs'}