Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
κληρόω
κληρωτός
κλῆσις
κλῇσις
κλητέος
κλητεύω
κλητήρ
κλητός
κλήτωρ
κλιμάκιον
κλιμακτήρ
κλῖμαξ
κλίμα
κλίνειος
κλίνη
κλινήρης
κλινίδιον
κλινικός
κλινοπετής
κλινοποιός
κλινουργός
View word page
κλιμακτήρ
κλιμακτήρ κλῑμακτήρ, ῆρος, the round of a ladder, Eur. from κλῖμαξ
ShortDef
the round of a ladder
Debugging
Headword:
κλιμακτήρ
Headword (normalized):
κλιμακτήρ
Headword (normalized/stripped):
κλιμακτηρ
IDX:
18091
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18109
Key:
klimakth/r
Data
{'content': 'κλιμακτήρ\n κλῑμακτήρ, ῆρος,\n the round of a ladder, Eur.\n from κλῖμαξ', 'key': 'klimakth/r'}